προνεογενής

προνεογενής
-ές, Ν
[νεογενής]
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πριν από τη νεογενή υποπερίοδο εποχή τής ιστορίας τής Γης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”